Παράλληλοι Δρόμοι - (Μέρος 3ο)

 Γεια σας!


Είμαι η Κατερίνα και σήμερα θα δούμε το 3ο και τελευταίο μέρος μιας ιστορίας περιπέτειας και ρομάντζου με τίτλο "
Παράλληλοι δρόμοι". Πλησιάζουν τα Χριστούγεννα και έτσι η ιστορία συνεχίζει σε χιονισμένους προορισμούς. Μπορείτε να βρείτε το δεύτερο μέρος εδώ Παράλληλοι Δρόμοι - (Μέρος 2ο).


Η ιστορία αυτή εξερευνά το όμορφο νησί της Εύβοιας. Ξεκίνησε από την ιστορική Ερέτρια, το Πεζονήσι, το Μαντούδι και το Παρασκευόραμα, και συνεχίζει με την Στενή της Δίρφυς.


Οι χαρακτήρες και τα γεγονότα που αναφέρονται είναι προϊόντα μυθοπλασίας και σε καμία περίπτωση δεν σχετίζονται με την πραγματικότητα. Οι τοποθεσίες είναι πραγματικές.

Photo by Unslash



----


Παράλληλοι δρόμοι  - Μέρος 3ο

"...Αλέξανδρε;"
            Δεν ήξερε πόσο δύσκολο ήταν να ξεστομίσει αυτό το όνομα μέχρι που το έκανε. Είχε παγώσει ολόκληρη. Είχε παραλύσει. Αυτό το τηλεφώνημα είχε πιάσει τόσο απροετοίμαστη την Έλενα που το μόνο που ήθελε ήταν να του κλείσει το τηλέφωνο στα μούτρα και να ξεσπάσει σε λυγμούς. "Πώς είχε τόσο θράσος να με πάρει τηλέφωνο;", σκέφτηκε, "Γιατί τώρα; Γιατί τώρα που άρχισα να στέκομαι ξανά στα πόδια μου;"
"Πώς βρήκες το τηλέφωνό μου;", ρώτησε με τρεμάμενη φωνή. Το πρώτο πράγμα που κατάφερε να σκεφτεί ήταν πώς στον κόρακα είχε καταφέρει ο Αλέξανδρος να βρει τον νέο της αριθμό.
"Σε παρακαλώ, μην το κλείσεις.", ακούστηκε η φωνή του Αλέξανδρου από το τηλέφωνο.
Ο Γιάννης δεν ήξερε τι να κάνει. Από την μία ένιωσε να τον λούζει κρύος ιδρώτας και από την άλλη πανικός και ζήλια ότι ο Αλέξανδρος ήθελε να την ξαναπλησιάσει. Το μόνο που σκέφτηκε ήταν να την ρωτήσει χαμηλόφωνα, "Θες να του μιλήσω εγώ;"
          Η Έλενα απλά τον κοίταξε με μισάνοιχτα χείλη χωρίς να βγάλει λέξη. Διέσχιζαν τόσες σκέψεις το μυαλό της και τόσα συναισθήματα, όλα μπερδεμένα μεταξύ τους, σε σημείο που δεν μπορούσε πλέον να συνειδητοποιήσει τις πράξεις της.
"Μου το έδωσε η Άννα-Μαρία.", απάντησε ο Αλέξανδρος.
          Η Έλενα ένιωσε να πλημμυρίζετε με θυμό. Ένιωσε πως η καλύτερή της φίλη την είχε προδώσει. "Γιατί μου το έκανε αυτό;", σκέφτηκε, "Δεν με ρώτησε καν. Από την μία μου έλεγε να πάψω να σκέφτομαι τον Αλέξανδρο και από την άλλη του έδωσε το τηλέφωνό μου;"
"Σε παρακαλώ μην με ξαναπάρεις τηλέφωνο.", είπε η Έλενα στον Αλέξανδρο, τερμάτισε την κλήση, και χωρίς δεύτερη σκέψη μπλόκαρε τον αριθμό του.
          Είχε αρχίσει να τρέμει ολόκληρη. Η καρδιά της χτυπούσε τόσο δυνατά σαν να ήθελε να βγει από το στήθος της. Ήταν τόσο σοκαρισμένη που δεν ήξερε αν ήθελε να κλάψει, να ουρλιάξει, να σπάσει ότι υπήρχε μπροστά της ή να βγει έξω και να τρέξει όσο πιο μακριά άντεχε. Έβγαλε έναν βαθύ αναστεναγμό και έτριψε τα δάχτυλά της.
"Είσαι εντάξει;", ανησύχησε ο Γιάννης.
         Ήθελε να της χαϊδέψει το χέρι αλλά ήξερε ότι την συγκεκριμένη στιγμή ήταν το χειρότερο λάθος που θα μπορούσε να κάνει. Η Έλενα απλά κοιτούσε το τραπέζι με ένα απλανές βλέμμα, χωρίς ουσιαστικά να βλέπει. Κούνησε το κεφάλι της αρνητικά, χωρίς να πει κάτι.
Από φόβο μήπως ξαναχτυπούσε το τηλέφωνο, με τρεμάμενο χέρι το έσπρωξε προς τον Γιάννη και ψέλλισε, "Βρες στις επαφές μου ένα νούμερο που λέει 'μαμά' και ένα 'θεία Γιώτα' και στείλε τους ότι θα κλείσω το κινητό μου για λίγο και αν με θέλουν κάτι να στείλουν στο δικό σου."
         Ο Γιάννης όντως βρήκε το νούμερο της μαμάς της και της θεία της και τους έστειλε το μήνυμα, συν τον αριθμό του.
"Οκ.", της είπε και της έδωσε πίσω το τηλέφωνο. Εκείνη χωρίς δεύτερη σκέψη το απενεργοποίησε τελείως. "Θες να βγούμε λίγο έξω;", της πρότεινε.
"Ναι.", μουρμούρισε εκείνη καθώς σκούπιζε ένα δάκρυ που κυλούσε στο αναψοκοκκινισμένο μάγουλό της.
"Έλα.", την παρότρυνε ο Γιάννης και σηκώθηκε.
          Σηκώθηκε και εκείνη και βγήκαν έξω στην αυλή. Ακόμα δεν μπορούσε ούτε να κλάψει ούτε να ξεσπάσει. Έτρεμε σαν το φύλλο και στο μυαλό της έρχονταν εικόνες από το παρελθόν, από εκείνο το καταραμένο βράδυ που έπιασε τον Αλέξανδρο να κάνει έρωτα με τον Μιχαλάκι στο ίδιο τους το κρεβάτι. Εκεί που το ίδιο πρωί είχε το θράσος να της πει "σ' αγαπώ".
Ο Γιάννης χάιδεψε απαλά την πλάτη της και ρώτησε, "Μήπως θέλεις να φύγουμε;"
"Όχι.", κούνησε αρνητικά το κεφάλι η Έλενα και αναστέναξε βαθιά. "Αρκετά μου έχει καταστρέψει την ζωή. Δεν θα τον αφήσω να με ρίξει άλλο."
          Ο Γιάννης δεν άντεχε να την βλέπει έτσι. Του θύμισε την ημέρα που έμαθε ότι η Δέσποινα, η πρώην του, ήταν έγκυος και παντρευόταν άλλον άντρα. Του θύμισε πόσο προδομένος και πληγωμένος είχε νιώσει, πόσο τον στοίχειωνε όλο αυτό ακόμα και τώρα.
"Τι μπορώ να κάνω; Πες μου.", την ρώτησε με ένα ικετευτικό βλέμμα σαν να την εκλιπαρούσε να του απαντήσει θετικά.
"Δεν ξέρω.", απάντησε με απελπισία η Έλενα. "Δεν ξέρω τίποτα αυτή την στιγμή. ...Το μόνο που ξέρω είναι ότι δεν θέλω ούτε να τον ξανακούσω, ούτε να τον ξαναδώ, ούτε καν να ξέρω αν υπάρχει. Και το χειρότερο είναι ότι δεν ξέρω τι να πω στους θείους μου. Γιατί μόλις με δουν έτσι σίγουρα θα ρωτήσουν. Ειδικά η θεία μου τα πιάνει στον αέρα αυτά."
"Ε τότε μην πας σπίτι.", την έπιασε απροετοίμαστη ο Γιάννης.
"Τι;", ρώτησε παραξενεμένη η Έλενα.
"Μην πας σπίτι. Θα νοικιάσω έναν ξενώνα να μείνουμε εδώ το βράδυ ή μέχρι όποτε θες."
"Μα δεν έχουμε ούτε ρούχα ούτε τίποτα μαζί."
"Μην σε νοιάζει. Θα το αναλάβω εγώ.", είπε ο Γιάννης.
"Και η δουλειά σου;"
"Θα πω στον θείο μου ότι χάλασε το αυτοκίνητο και ότι το πήγα συνεργείο και θα κάνει μερικές μέρες να φτιαχτεί. ...Μην σε νοιάζει σου λέω, θα βρούμε την άκρη.", είπε ο Γιάννης.
Η Έλενα αναστέναξε πάλι και αφού το καλοσκέφτηκε τελικά του απάντησε, "Οκ. ...Δεν ξέρω τι θα έκανα αν δεν ήσουν εδώ. Ούτε να οδηγήσω δεν μπορώ αυτή τη στιγμή."
"Μην ανησυχείς. ...Θα περάσει, απλά θα αφήσει σημάδι.", την καθησύχασε.
"Το ελπίζω."
            Το βράδυ, αφού έκλεισαν τον πιο κοντινό ξενώνα και αφού πήγαν σε ένα δυο τοπικά μαγαζιά να αγοράσουν μερικά ρούχα, τελικά πήγαν στον ξενώνα να περάσουν την νύχτα. Ήταν μία σχετικά μικρή καμπίνα αλλά είχε τόσο ζεστό χώρο. Το εσωτερικό ήταν όλο ξύλινο και είχε ένα μεγάλο πέτρινο τζάκι στο κέντρο. Αφού άνοιξαν κάποια παράθυρα να δροσίσει ο χώρος κάθισαν επιτέλους να ηρεμίσουν.
"Ωραία καμπίνα.", είπε η Έλενα αν και η εμφάνιση της καμπίνας ήταν το τελευταίο πράγμα που την απασχολούσε.
"Ναι, είναι όμορφα όλα.", συμφώνησε ο Γιάννης.
          Παρότι στην διαδρομή προσπαθούσε να αποφεύγει το θέμα για να μην ρίχνει αλάτι στην πληγή της Έλενας, ήθελε να της δώσει να καταλάβει ότι δεν ήταν μόνη της σε όλο αυτό. Μπορεί να γνώριζαν λίγο καιρό ο ένας τον άλλον αλλά και οι δύο ένιωθαν σαν να γνωρίζονταν μια ζωή.
Έπειτα από μια διστακτική παύση, τελικά της είπε, "Όταν επιστρέψουμε, αν σε ενοχλήσει ξανά, πάρε με τηλέφωνο."
"Γιάννη,...σε ευχαριστώ για την υποστήριξη αλλά...είναι ένα καθαρά δικό μου θέμα και πρέπει να το διαχειριστώ εγώ."
"Δεν αντιλέγω. ...Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να το διαχειριστείς ολομόναχη.", επέμενε ο Γιάννης. Σε κάποια στιγμή, διέκρινε ένα παράξενο βλέμμα της. Έναν δισταγμό, έναν φόβο. "...Έγινε και κάτι άλλο;", ρώτησε.
"Όχι. Τι άλλο;"
"Δεν εννοώ τώρα. ...Εννοώ τότε." Η Έλενα κόμπιασε, πράγμα που πρόδιδε ότι ο Γιάννης είχε δίκιο.
"Μπορώ να σε εμπιστευτώ ότι δεν θα το πεις πουθενά; Δεν θέλω να με συζητάνε στην Ερέτρια.", ξεκίνησε με περίεργο τρόπο η Έλενα.
"Μείνε ήσυχη.", την βεβαίωσε ο Γιάννης.
"Μερικούς μήνες πριν χωρίσουμε,...με χτύπησε. Ήταν μεθυσμένος γιατί είχε βγει με τους φίλους του ένα βράδυ...και σε κάποια φάση λογοφέραμε για...ηλίθιο λόγο-", γέλασε ειρωνικά η Έλενα και συνέχισε,"...και με έσπρωξε τόσο δυνατά που έπεσα δίπλα στο τραπεζάκι του σαλονιού. Λίγα εκατοστά πιο πέρα δηλαδή και τώρα δεν θα μιλούσαμε."
          Ο Γιάννης είχε μείνει άναυδος. Είχε καλύψει το στόμα του με το χέρι του σαν να μην ήθελε να την αφήσει να δει πόσο σοκαρισμένος ήταν.
"Το είπες στους γονείς σου ή στους θείους σου;", μουρμούρισε εκείνος ελευθερώνοντας ελαφρώς το στόμα του.
"Όχι. ...Βλακεία μου, το ξέρω. Αλλά...δεν ξέρω γιατί δεν το είπα. Κάπου ίσως φοβήθηκα. ...Του έκανα επίθεση, δεν το επέτρεψα. Του είπα ότι αν τολμούσε έστω και να κάνει πως σηκώνει χέρι πάνω μου ξανά, θα τον παράταγα και θα πήγαινα στην αστυνομία. ...Δεν με ξανακούμπησε μετά από αυτό και...-", έκανε μια παύση η Έλενα και αναστέναξε. "το
πρωί πριν...πριν τον βρω με τον κολλητό μου στο κρεβάτι μας,...", κόμπιασε πάλι. Η φωνή της έσπαγε, πλημμυρισμένη από τόσα συναισθήματα σαν ένα μπαλόνι φουσκωμένο ως το όριό του. Ένα δάκρυ κύλησε στο πρόσωπό της. Κοίταξε το χαλί στο πάτωμα κρύβοντας εκείνον τον ρημάδι τον καθρέπτη της ψυχής. "όταν ξυπνήσαμε μου είπε ότι μ' αγαπούσε. Ειρωνεία ε;", γέλασε πάλι ειρωνικά με βαριά φωνή και ο Γιάννης σκούπισε απαλά το δάκρυ της με το χέρι του. "Πήγα στην δουλειά,...τρισευτυχισμένη,...και όταν γύρισα το βράδυ,-", έσπασε πάλι η φωνή της και ρούφηξε την μύτη της. "τον βρήκα με τον κολλητό μου τέλος πάντων. ...Δεν μάζεψα καν τα πράγματά μου, απλά έκανα μεταβολή όπως ήμουν και έφυγα. Με πήρε στο κυνήγι αλλά δεν με πρόλαβε γιατί ήταν γυμνός βλέπεις.", χασκογέλασε ειρωνικά πάλι.
"Και τώρα; ...Φοβάσαι ακόμα; Τον φοβάσαι ακόμα, να το πω πιο σωστά;", ρώτησε ο Γιάννης.
"Μέχρι πριν μερικές ώρες, όχι. ...Τώρα που με πήρε τηλέφωνο, ναι.", απάντησε η Έλενα. "Και το χειρότερο είναι ότι βοήθησε και η κολλητή μου σε αυτό. Αλλά άσε να ηρεμήσω και θα την φτιάξω και αυτήν."
Photo by Unsplash
Ο Γιάννης αναστέναξε και αποτράβηξε και αυτός για λίγο το βλέμμα του. Έπειτα, της έπιασε το χέρι, την κοίταξε στα μάτια και είπε ξανά, "Αν σε ενοχλήσει ξανά,...πάρε με τηλέφωνο. Και αν νιώσεις να κινδυνεύεις, όχι απλά θα έρθω, θα φέρω και την αστυνομία και αγγέλους και δαίμονες μαζί μου και δεν θα αγγίξει ούτε μία τρίχα σου! Μ' ακούς; Δεν.θα τολμήσει.να σε ξαναγγίξει.ποτέ!", της τόνισε με σιγουριά και τόλμη. "Αλλιώς θα έχει να κάνει μαζί μου."
             Χωρίς καν να το σκεφτεί, σαν ένα αόρατο χέρι να την έσπρωχνε κατά πάνω του, η Έλενα τον πλησίασε και φιληθήκαν. Πήρε μερικά δευτερόλεπτα και στους δύο να συνειδητοποιήσουν το τι επρόκειτο να συμβεί παρακάτω και έπειτα φιληθήκαν με πάθος σαν να ήταν ο μόνος τρόπος να δείξουν ο ένας στον άλλο τα βαθιά και πρωτόγνωρα συναισθήματά τους.
            Το επόμενο πρωί, ξύπνησε πρώτα ο Γιάννης αλλά δεν σηκώθηκε αμέσως από το κρεβάτι. Σιγά σιγά ξύπνησε και η Έλενα καθώς χτυπούσε μία ηλιαχτίδα απευθείας στα μάτια της.
"Καλημέρα.", της είπε χαμηλόφωνα ο
Γιάννης και χάιδεψε μερικές τούφες από τα μαλλιά της πίσω από το αφτί της.
"Καλημέρα.", μουρμούρισε αγουροξυπνημένη και η Έλενα.
"Είσαι εντάξει;", την ρώτησε ο Γιάννης.
Η Έλενα έγνεψε καταφατικά και είπε, "Ας μην το συζητήσουμε άλλο. Ας πάει στα τσακίδια ο Αλέξανδρος. Όσο πιο μακριά του, τόσο το καλύτερο."
"Εγώ λέω να συνεχίσουμε τις διακοπές μας. Έχω και άλλα μέρη να σου δείξω.", πρότεινε ο Γιάννης.
"Εγώ πάντως τα είδα όλα χθες το βράδυ.", χασκογέλασε με υπονοούμενο η Έλενα. Χασκογέλασε και ο Γιάννης και την φίλησε. "Πού θα πάμε;", τον ρώτησε.
"Μμμ... Πώς σου ακούγονται τα δρακόσπιτα στην Όχη;", ρώτησε με ένα χαμόγελο ως τα αφτιά ο Γιάννης.
"Δρακόσπιτα ε;", ενθουσιάστηκε η Έλενα. "Ενδιαφέρον ακούγεται! Βασικά έχω ακούσει για τα Δρακόσπιτα αλλά δεν έχω πάει σε κανένα."
"Ας πάμε μαζί λοιπόν.", είπε ο Γιάννης.
"Είμαι μέσα με χίλια.", χάρηκε η Έλενα.
            Όλα κινήθηκαν ομαλά τις επόμενες 4 μέρες που έμειναν στο Μαντούδι. Η Έλενα δεν είχε ξανανιώσει τόσο ευτυχισμένη, ούτε καν όταν της είπε ο Αλέξανδρος ότι την αγαπούσε. Δεν τολμούσε όμως να ανοίξει το κινητό της ούτε για ένα δευτερόλεπτο από φόβο μήπως έσπαγε ο διάολος το ποδάρι του και την έπαιρνε τηλέφωνο ο Αλέξανδρος. Αφού γύρισαν στην Ερέτρια, ναι μεν είχε καταλαγιάσει ελαφρώς ο θυμός της Έλενας αλλά δεν μπορούσε να αφήσει έτσι την Άννα-Μαρία.
            Το ίδιο κιόλας μεσημέρι αφού επέστρεψαν, η Έλενα πήγε στο σπίτι της Άννα-Μαρίας να της ζητήσει τον λόγο για αυτό που συνέβη. Αλλά δεν ήξερε τι επρόκειτο να ακολουθήσει. Γιατί αν γνώριζε, δεν θα το έκανε ποτέ. Λένε ότι ο θυμός είναι κακός σύμβουλος και τότε λέμε ή κάνουμε πράγματα για τα οποία μελλοντικά μετανιώνουμε.
           Το κλίμα είχε γίνει βαρύ και ο καβγάς των δύο γυναικών ξεσήκωσε όλη την γειτονιά στο πόδι.
"Σε ρωτάω! Γιατί του έδωσες το κινητό μου χωρίς ΚΑΝ να με ρωτήσεις;! Με ποιο δικαίωμα;!", φώναξε εξοργισμένη η Έλενα.
"Μα σου είπα, ρε Έλενα, ήρθε από εδώ και μου έλεγε ότι δεν θα έφευγε αν δεν του έδινα το νούμερο!", προσπάθησε να δικαιολογηθεί η Άννα-Μαρία.
"Με δουλεύεις;! Ας με έπαιρνες τηλέφωνο! Αν ήθελα να έχει ο Αλέξανδρος το νούμερό μου, θα κρατούσα το προηγούμενο!"
"Και τι να έκανα ρε συ;! Ήμουν μόνη μου στο σπίτι!", επέμενε η Άννα-Μαρία.
"Δεν με ενδιαφέρει! Ας καλούσες την αστυνομία! Ας έπαιρνες τον Μανώλη! Τι δουλειά είχες να του δώσεις το νούμερό μου;! Πάλι καλά δηλαδή που δεν του είπες και που μένω! Είσαι σοβαρή;!", είπε η Έλενα με σχεδόν βραχνιασμένη φωνή από την ένταση.
"Όλη αυτή η φασαρία επειδή του έδωσα το τηλέφωνό σου, ρε Έλενα;! Τι θα κάνει;! Θα σε φάει τηλεφωνικά;! Έλα τώρα σε παρακαλώ!"
"Τις ειρωνείες να τις κρατήσεις για τον εαυτό σου! Δεν έχεις κανένα δικαίωμα να ανακατευτείς στο τι κάνω εγώ με τον Αλέξανδρο! Ήρθα εγώ να ανακατευτώ-!", ωρυόταν η Έλενα.
"Μα δεν έκανα-!", την διέκοψε η Άννα-Μαρία.
"Σκάσε! Ήρθα εγώ να ανακατευτώ στα δικά σου προσωπικά;!"
"Ρε Έλενα;!", προσπάθησε πάλι η Άννα-Μαρία. Αυτή την φορά όμως κάτι δεν πήγαινε καλά.
"Εσύ με ποιο δικαίωμα;! Σε εμπιστεύτηκα! Σου είπα τα πάντα και εσύ με πούλησες!"
"Ρε συ...-", κόμπιασε η Άννα-Μαρία καθώς ένιωθε έναν πόνο σαν σφάχτη στην κοιλιά την.
"Και κατά τ' άλλα, μου πουλούσες και πνεύμα τις προάλλες, 'Το μοναστήρι να ναι καλά' και μαλακίες τέτοιες και από την άλλη έκανες πουστιές πίσω από την πλάτη μου!", συνέχιζε η Έλενα χωρίς καν να καταλαβαίνει τι συνέβαινε.
"Έλενα, πονάω!", ξαναείπε η Άννα-Μαρία, διπλωμένη στα δύο, και αυτή την φορά συνέφερε επιτέλους την Έλενα στα λογικά της.
"Τι έγινε;", ρώτησε η Έλενα.
"Δεν ξέρω! Πονάω πολύ!", είπε σχεδόν κλαίγοντας η Άννα-Μαρία και έκατσε στον καναπέ πίσω της πιέζοντας την κοιλιά της με όλη της την δύναμη.
              Η Έλενα πανικοβλήθηκε. Ξέχασε και τον θυμό της και τον Αλέξανδρο και τα πάντα. Πριν καν προλάβει η Άννα-Μαρία να της πει να πάρει τον Μανώλη, η Έλενα είχε ήδη καλέσει το Νοσοκομείο Χαλκίδας. Δεν περίμενε καν να έρθει το ασθενοφόρο. Απλά πήρε την Άννα-Μαρία με το αυτοκίνητο και την πήγε απευθείας στο νοσοκομείο. Αφού έφτασαν εκεί, έπειτα από μια σύντομη εξέταση των γιατρών, την πήραν κατευθείαν στο χειρουργείο. Η Έλενα από την ταραχή της δεν ήξερε τι να κάνει. Πήρε τηλέφωνο τον Μανώλη αρχικά και έπειτα τον Γιάννη και την μαμά της. Πρώτα, και ευτυχώς για εκείνη, έφτασε η μαμά της η οποία βρισκόταν μόλις 5 λεπτά μακριά. Ο Μανώλης έφτασε στο νοσοκομείο σαν σίφουνας μετά από άλλα 10 λεπτά από την Ερέτρια χωρίς καν να σταματήσει στα φανάρια και στην κίνηση.
"Έλενα;", ακούστηκε η φωνή του ξανθού άντρα ο οποίος πλησίασε τις δύο γυναίκες με αγωνία στα μάτια. "Τι έγινε;"
"Δεν ξέρω.", είπε ανήσυχη η Έλενα. "Τσακωνόμασταν με την Άννα-Μαρία και την έπιασε ένας δυνατός πόνος ξαφνικά και τώρα την έχουν στο χειρουργείο."
"Τι είπαν οι γιατροί;"
"Τίποτα ακόμα.", είπε η μαμά της Έλενας καθώς χάιδευε την πλάτη της κόρης της για να την ηρεμήσει. "Δεν έχει βγει ούτε μία νοσοκόμα ακόμα."
            Εκείνη την ώρα κατέφτασε και ο Γιάννης ο οποίος είχε πάει στο Βασιλικό για μία δουλειά.
"Τι έγινε;", ρώτησε την Έλενα καθώς την πλησίαζε και την πήρε αγκαλιά.
"Δεν ξέρω. Την έχουν στο χειρουργείο ακόμα.", είπε η Έλενα.
"Εσύ πρέπει να είσαι ο Γιάννης.", είπε η μαμά της. "Είμαι η Αφροδίτη, η μαμά της Έλενας."
"Α γεια σας, κυρία Αφροδίτη. Χαίρομαι που σαν γνωρίζω έστω και υπό αυτές τις συνθήκες.", είπε ευγενικά ο Γιάννης.
"Και εγώ, παιδί μου. Μου έχει πει πολλά για σένα η Έλενα."
"Χαίρομαι.", χαμογέλασε ο Γιάννης και έπειτα χάιδεψε απαλά το κεφάλι της Έλενας.
Photo by Unsplash
            Εκείνη την ώρα βγήκε ένας γιατρός από το χειρουργείο να τους ενημερώσει. Ο Μανώλης έτρεξε κατευθείαν.
"Είστε ο πατέρας;", ρώτησε ο γιατρός.
"Τι;", αναρωτήθηκε μπερδεμένος ο Μανώλης. Όλοι κοιτούσαν τον γιατρό με απορία καθώς ο Μανώλης δεν έμοιαζε και για τόσο μεγάλος. "Είμαι ο αρραβωνιαστικός της."
"Λυπάμαι αλλά σας έχω δυσάρεστα νέα. Κάναμε υπεράνθρωπες προσπάθειες. Η μαμά είναι καλά αλλά χάσαμε το μωρό.", είπε ο γιατρός.
            Και ο Μανώλης και η Έλενα ένιωσαν να χάνουν την γη κάτω από τα πόδια τους. Από την μία δεν ήξεραν καν ακόμα ότι ήταν επιτέλους, έπειτα από πολλές προσπάθειες, έγκυος η Άννα-Μαρία και από την άλλη είχε χάσει το μόλις δύο μηνών μωρό τους. Η Έλενα δεν το άντεξε. Της ανέβηκε η πίεση και σχεδόν λιποθύμησε. Ίσα ίσα πρόλαβε να την πιάσει ο Γιάννης. Η μαμά της τής έκανε αέρα με το πορτοφόλι της αφού την έβαλαν να ξαπλώσει στις καρέκλες του διαδρόμου. Ο γιατρός φώναξε κατευθείαν μία νοσοκόμα να της πάρει την πίεση και την έβαλαν σε ένα κρεβάτι στα επείγοντα μέχρι να ηρεμήσει. Ο Γιάννης και η μαμά της πήγαν στο πλευρό της και εκείνη ξέσπασε σε κλάματα.
"Εγώ φταίω.", μουρμούρισε με λυγμούς και συνέχισε να κλαίει γοερά στην αγκαλιά της μαμάς της. "Εξαιτίας μου έχασε το μωρό. Δεν το ήξερα. ...Δεν το ήξερα."
"Σσς. Σώπα, ψυχή μου. Όλα θα πάνε καλά.", της είπε χαμηλόφωνα και στοργικά η μαμά της να την καθησυχάσει.
           Όσο την έβλεπε έτσι ο Γιάννης γινόταν χίλια κομμάτια. Όλα αυτά εξαιτίας του Αλέξανδρου. Εξαιτίας ενός καταραμένου τηλεφωνήματος. Ένιωσε να τον μισεί χωρίς καν να τον ξέρει.
           Δύο μέρες έπειτα από το περιστατικό, η Έλενα πήγε στο ξενοδοχείο όπου δούλευε για να δηλώσει την παραίτησή της. Όλα κινήθηκαν ομαλά μέχρι την στιγμή που βγήκε έξω. Παρατήρησε ένα αυτοκίνητο με φιμέ τζάμια σταματημένο ακριβώς απ' έξω. Στην αρχή σκέφτηκε μήπως ήταν ο σοφέρ κάποιου πλούσιου που διέμενε στο ξενοδοχείο. Την στιγμή όμως που άρχισε να περπατά στο πεζοδρόμιο η Έλενα, ο άγνωστος οδηγός έβαλε μπροστά την μηχανή. Εκείνη συνέχισε να περπατά. Καθώς προχωρούσε της φάνηκε περίεργος ο ήχος του αυτοκινήτου, σαν να την ακολουθούσε αργά. Εκείνη συνέχισε να περπατά με βήμα ταχύ αυτή την φορά, χωρίς να κοιτάει πίσω αλλά ακούγοντας προσεκτικά τα πάντα. Μόλις έφτασε στην στροφή σταμάτησε, και με το που κοίταξε πίσω, το αυτοκίνητο είχε παρκάρει δυο-τρία μέτρα μακριά. Εκείνη έστριψε αριστερά στην στροφή και αφού προσπέρασε το ξενοδοχείο, κοίταξε κατευθείαν στα διπλανά σπίτια για μία ανοιχτή πόρτα. Με το που βρήκε μία, μπήκε μέσα στην πολυκατοικία χωρίς δεύτερη σκέψη και έκλεισε την πόρτα αφήνοντας μία χαραμάδα ανοιχτή, ίσα να βλέπει έξω. Τότε είδε το αυτοκίνητο να περνάει πάλι αλλά αυτή την φορά συνέχισε σε όλο τον δρόμο μέχρι που έστριψε στην επόμενη στροφή. Η Έλενα ξεφύσηξε ανακουφισμένη. Δεν βγήκε έξω παρά τηλεφώνησε κατευθείαν στον Γιάννη. Είχε αρχίσει να τρέμει πάλι αλλά αυτή την φορά από φόβο. Το συμβάν ήταν πολύ έντονο για να ήταν τυχαίο και παρερμηνευμένο. Την έκανε να συνειδητοποιήσει για ποιον λόγο της είχε πει ο Γιάννης αν τυχόν την ενοχλούσε ξανά ο Αλέξανδρος να τον έπαιρνε τηλέφωνο.
Photo by Unsplash
"Έλα."
"Γιάννη; Έφτασες Ερέτρια;", ρώτησε χαμηλόφωνα, πάντα τσεκάροντας προσεκτικά τον δρόμο έξω.
"Είμαι στον κόμβο. Τώρα μπαίνω Ερέτρια.", απάντησε ο Γιάννης καθώς οδηγούσε. Κατάλαβε όμως παράξενη την φωνή της, εκτός από τον χαμηλό τόνο. "Τι έγινε; Όλα εντάξει;", την ρώτησε ανήσυχος.
"Μπορείς να έρθεις στην Ελπινίκου Νικομάχου; Θα σου πω με λεπτομέρεια όταν έρθεις αλλά με ακολουθούσε ένα αυτοκίνητο. Έχω μπει σε μία είσοδο πολυκατοικίας. Σε παρακαλώ, έλα γρήγορα. Φοβάμαι και δεν θέλω να αρχίσω να χτυπάω κουδούνια.", είπε εκείνη.
"Οκ, μείνε εκεί, μην βγεις μέχρι να με ακούσεις. Σε ένα λεπτό είμαι εκεί. Μην κλείσεις το τηλέφωνο, να σε ακούω.", της είπε ο Γιάννης και οδήγησε όσο πιο γρήγορα μπορούσε.
           Ακριβώς όπως της είπε, ένα λεπτό αργότερα, έφτασε στην Ελπινίκου Νικομάχου. Σε μηδενικό χρόνο άφησε το αυτοκίνητο με τα αλάρμ στην μέση του δρόμου και βγήκε να βρει την Έλενα.
"Έλενα;!", φώναξε.
           Η Έλενα τον άκουσε και βγήκε κατευθείαν από την είσοδο της πολυκατοικίας. Έτρεξε κοντά του και κατευθείαν τον αγκάλιασε.
"Είσαι καλά;", ρώτησε εκείνος.
"Ναι.", του απάντησε εκείνη και μπήκαν στο αυτοκίνητο.
           Έτρεμε ακόμα. Είχε αρχίσει να πανικοβάλλεται. Τι θα γινόταν παρακάτω; Θα φοβόταν να κυκλοφορήσει μόνη της; Θα φοβόταν ακόμα και να μείνει μόνη της στο σπίτι; Γιατί την ακολουθούσε τόσο ανατριχιαστικά ο Αλέξανδρος; Τι ήθελε να κάνει; Πολλά ερωτήματα τα οποία φοβόταν να απαντήσει.
"Τι συνέβη;", ρώτησε ο Γιάννης καθώς έφευγαν.
"Την ώρα που βγήκα από το ξενοδοχείο ήταν ένα αυτοκίνητο με φιμέ τζάμια παρκαρισμένο ακριβώς απ' έξω. Οκ, λέω, θα είναι κανένας σοφέρ, κλασικά. Παρκάρουν συχνά εκεί όταν είναι να φύγει κάποιος πλούσιος από το ξενοδοχείο οπότε δεν μου φάνηκε περίεργο. Καλά ως εκεί. Με το που προχωράω όμως, αυτός έβαλε μπροστά και άρχισε να έρχεται από πίσω μου τσούκου τσούκου. Εγώ συνέχισα γρήγορα ως την στροφή και μόλις σταμάτησα και κοίταξα είχε σταματήσει δύο τρία μέτρα πίσω μου. Έτσι είσαι, λέω; Έστριψα στην στροφή και κατευθείαν χώθηκα στην πρώτη είσοδο που βρήκα ανοιχτή και με έχασε μέχρι να ξεκινήσει πάλι.", εξήγησε η Έλενα. "Είναι ο Αλέξανδρος, Γιάννη, είμαι σίγουρη.", τόνισε. "Τι θα κάνω τώρα; Γιατί με ακολουθεί; Τι θέλει από την ζωή μου πια;"
"Πάμε σπίτι μου τώρα να ηρεμίσεις λίγο και αύριο το πρωί θα πάμε στην αστυνομία. Για λίγο διάστημα, μέχρι να δούμε τι θα γίνει, θα σε πηγαίνω και θα σε φέρνω εγώ από όπου θες να πας και έτσι και τολμήσει και φανεί πάλι θα έχουμε κακά ξεμπερδέματα.", την καθησύχασε ο Γιάννης.
"Γιατί ΚΑΙ αυτό τώρα ρε γαμώτο; Τι έχω κάνει πια;", παραπονέθηκε η Έλενα. Και με το δίκιο της.
"Μην φοβάσαι. Στο είπα. Δεν θα σε αγγίξει. Δεν θα τον αφήσω."
            Αφού έμειναν μαζί το βράδυ στο σπίτι του Γιάννη, το επόμενο πρωί, πήγαν στο Αστυνομικό Τμήμα Ερέτριας να αναφέρουν το περιστατικό. Αλλά τα πράγματα δεν ήταν τόσο εύκολα. Παρότι υπέβαλαν μήνυση, δεν υπήρχαν αποδείξεις ότι ήταν όντως ο Αλέξανδρος στο αυτοκίνητο ούτε υπήρχαν άλλα στοιχεία να δείχνουν παρενόχληση ή απειλή και ως αποτέλεσμα, δεν μπορούσε να γίνει τίποτα άλλο. Η κλήση που της είχε κάνει δεν αρκούσε ως στοιχείο καθώς δεν είχε ειπωθεί τίποτα το ενοχοποιητικό. Όταν η Έλενα ανέφερε ότι είχε πέσει θύμα ενδοοικογενειακής βίας από εκείνον, το πρώτο πράγμα που την ρώτησαν ήταν αν είχε υποβάλει μήνυση τότε. Μόλις είπε όχι, της κόπηκαν τα φτερά και την κυρίευσε ο φόβος αφού ο αστυνομικός της είπε ότι σε αυτή την περίπτωση δεν μπορούσαν να προβούν σε σύλληψη. "Γιατί το έκανα αυτό στον εαυτό μου;", σκέφτηκε. "Έπρεπε να είχα μιλήσει τότε."
          Πέρασαν τρεις μήνες και έφτασε ο Δεκέμβρης. Η Έλενα προσπαθούσε ξανά και ξανά να τηλεφωνήσει στην Άννα-Μαρία και να της ζητήσει συγνώμη αλλά η Άννα-Μαρία δεν τον σήκωνε. Είχε καταφέρει να μιλήσει μόνο με τον Μανώλη αλλά και εκείνος είχε έναν ψυχρό και απόμακρο τόνο. Της είπε ότι η Άννα-Μαρία περνούσε βαριάς μορφής κατάθλιψη μετά από την αποβολή. Έπειτα από αυτό, η Έλενα σταμάτησε τελικά να προσπαθεί να μιλήσει μαζί της γιατί ένιωσε ως της έκανε περισσότερο κακό παρά καλό. Ακόμα και μετά από τόσο καιρό, δεν έπαψε να κατηγορεί τον εαυτό της για τον χαμό αυτού του μωρού. Ο Αλέξανδρος δεν είχε εμφανιστεί ξανά αφού ο Γιάννης δεν άφηνε την Έλενα μόνη της ούτε λεπτό.
           Όταν έφτασαν τα Χριστούγεννα, αποφάσισαν να πάνε επιτέλους άλλο ένα ταξίδι μαζί για να ηρεμήσουν από όλα όσα συνέβησαν τους τελευταίους μήνες. Τα Δρακόσπιτα δεν ήταν πλέον ο κατάλληλος προορισμός, έτσι επέλεξαν να πάνε στην Στενή Εύβοιας, στο όρος Δίρφυς. Το τοπίο ήταν πανέμορφο. Κλασικά σπίτια, το χιόνι ήταν στρωμένο παντού και οι καμινάδες των σπιτιών κάπνιζαν από τα αναμμένα τζάκια. Μοσχομύριζε ο τόπος από τα ψητά στις ταβέρνες, από τους φούρνους που έβγαζαν ζεστό ψωμί, Χριστουγεννιάτικα γλυκά και πόσα άλλα. Ένα άκρως γιορτινό κλίμα.
"Λατρεύω τα Χριστούγεννα!", είπε ενθουσιασμένη η Έλενα καθώς προσπερνούσαν τα μαγαζιά με το αυτοκίνητο.
"Και όλα αυτά τα γλυκά. Πωπω!", ενθουσιάστηκε και ο Γιάννης.
"Πες μου ότι θα πάμε και στο χιονοδρομικό κέντρο να κάνω σαν δεκάχρονο από την χαρά μου!"
"Εννοείται πως θα πάμε!", γέλασε ο Γιάννης.
"Αχ τέλειαααα!", καταχάρηκε η Έλενα.
           Ήταν τόσο ευτυχισμένοι και οι δύο, ειδικά όσο έβλεπαν ο ένας τον άλλον χαρούμενο. Η πρώτη τους στάση ήταν το χιονοδρομικό κέντρο φυσικά. Έπαιξαν, γέλασαν σαν μικρά παιδιά. Ήρθαν ακόμα πιο κοντά καθώς έβλεπαν ο ένας τον αληθινό εαυτό του άλλου, χωρίς προσποιήσεις, χωρίς φόβο. Απλά απολαμβάνοντας τα πάντα όπως θα έκαναν και μόνοι τους.
Photo by Unsplash
           Όταν κουράστηκαν, πήγαν στο καταφύγιο να ξαποστάσουν πριν επιστρέψουν στην Κάτω Στενή όπου θα έμεναν. Το καταφύγιο ήταν όλο ξύλινο με ολόκληρους κορμούς και γεμάτο κόσμο που έκανε ορειβασία ή πεζοπορία. Το μέρος έπνεε τόση ζεστασιά. Εκεί χαλάρωσαν, ζεστάθηκαν, έφαγαν και γνώρισαν κόσμο. Κάποιοι είχαν έρθει ακόμα και από το εξωτερικό για να απολαύσουν όσα είχε να προσφέρει το μέρος.
           Σε κάποια φάση, χτύπησε το κινητό της Έλενας. Εκείνη κοίταξε το νούμερο αλλά ήταν με απόκρυψη.
"Η μαμά σου;", ρώτησε ο Γιάννης.
"Όχι, είναι με απόκρυψη...", παραξενεύτηκε η Έλενα. Με το που το σήκωσε και απάντησε, η κλήση είχε ήδη τερματιστεί. "Το κλείσανε. Τι στο καλό;", απόρησε.
"Θα πήραν λάθος μάλλον και το κατάλαβαν στο τσακ. Τέλος πάντων. ...Να σου φέρω ζεστή σοκολάτα;", προσφέρθηκε ευγενικά ο Γιάννης.
"Αα ναι!", ενθουσιάστηκε η Έλενα.
           Ο Γιάννης σηκώθηκε να πάει προς την καντίνα και η Έλενα συνέχισε να μιλάει με τους διπλανούς της. Όσο ο Γιάννης παράγγελνε την ζεστή σοκολάτα, χτύπησε πάλι το τηλέφωνό της Έλενας. Πάλι απόκρυψη. Με το που το σήκωσε, η κλήση είχε τερματιστεί. "Τι είναι αυτό πάλι;", σκέφτηκε εκείνη. Είχε άσχημο προαίσθημα για αυτή την κλήση.
           Αφού ετοίμασε η κοπέλα της καντίνας την ζεστή σοκολάτα, ο Γιάννης επέστρεψε εκεί που καθόντουσαν.
"Ευχαριστώ.", του είπε η Έλενα μόλις της έδωσε την σοκολάτα της. "Αα έχει και σαντιγί! Το αγαπημένο μου."
"Της είπα να βάλει κακάο από πάνω που σου αρέσει αλλά εγώ έβαλα κανέλα να δοκιμάσω αν πηγαίνει. Έβαλα και λίγο κονιάκ μέσα.", είπε ο Γιάννης.
"Α καλό!", είπε η Έλενα. Και εκείνη την στιγμή χτύπησε ξανά το κινητό της. Πάλι απόκρυψη. "Τι σκατά;", ανησύχησε.
"Τι έγινε;"
"Απόκρυψη πάλι... Κάτσε να βγω έξω γιατί δεν έχει καλό σήμα, μήπως γι αυτό κλείνει η κλήση.", είπε η Έλενα και βγήκε για λίγο έξω.
Photo by Getty Images/iStockphoto
           Περίμενε για κανένα τρίλεπτο αλλά τίποτα. Βγήκε και ο Γιάννης που δεν ήθελε να την αφήνει μόνη της και περίμεναν μαζί λίγη ώρα ακόμα. Αλλά τίποτα. Στο τέλος, τηλεφώνησε η ίδια στην μαμά της και στην θεία της αλλά καμιά από τις δύο δεν είχε προσπαθήσει να την καλέσει εκείνη την ώρα.
"Μπα.", είπε η Έλενα αφού έκλεισε το τηλέφωνο. "Τι είναι αυτό τώρα;"
"Λες να είναι αυτός πάλι;", ανησύχησε και ο Γιάννης.
"Που βρήκε το νούμερό μου πάλι όμως;", αναρωτήθηκε η Έλενα αφού είχε αλλάξει πάλι αριθμό.
"Τι να πω. Δεν ξέρω... Περίεργο όμως."
Η Έλενα αναστέναξε και είπε, "Ωραία ήμασταν στην ησυχία μας. Ήταν ανάγκη τώρα πάλι; Έλεος δηλαδή. Και δεν θέλω να το κλείσω. Είμαστε και στην ερημιά του θεού."
"Όχι, δεν θα το κλείσεις. Απλά μόλις δούμε απόκρυψη πάλι, θα το αγνοήσουμε τελείως. Έλα, πάμε μέσα μην αρρωστήσουμε.", είπε ο Γιάννης και ακριβώς εκείνη την στιγμή ξαναχτύπησε το τηλέφωνο της με απόκρυψη.
"Τι θα γίνει όμως;! Έτσι θα πάει η υπόλοιπη μέρα;!", νευρίασε η Έλενα.
"Ηρέμησε. Άστο. Πάμε μέσα.", είπε πάλι ο Γιάννης και πήγαν μέσα.
            Έφτασε η νύχτα και επέστρεψαν στην Κάτω Στενή. Δεν είχε χτυπήσει ξανά το τηλέφωνο με απόκρυψη. Η Έλενα είχε αρχίσει να φοβάται πάλι μήπως ήταν ο Αλέξανδρος. Και αν όντως ήταν, πού είχε βρει τον αριθμό της αφού δεν τον είχε δώσει σε κανέναν εκτός από τους συγγενείς της; Αφού έφτασαν στον ξενώνα που είχαν νοικιάσει δωμάτιο και άφησαν τα πράγματά τους, έβαλαν λίγο κρασί να πιουν να ηρεμήσουν μαζί με το βραδινό τους. Αφού έφαγαν, κάθισαν μπροστά στο τζάκι να πιουν το υπόλοιπο κρασί τους.
Photo by Unsplash
"...Δεν θέλω να αρχίσουν τα ίδια πάλι.", παραπονέθηκε η Έλενα. "Τρέμω έτσι και γυρίσουμε Ερέτρια μήπως εμφανιστεί πάλι."
"Δεν χρειάζεται να φοβάσαι. Δεν θα τον αφήσω να σου κάνει κακό. ...Και...δεν χρειάζεται να ξαναμείνεις μόνη σου.", είπε ο Γιάννης, προφανώς υπονοώντας κάτι.
"Δηλαδή; Μου λες να μείνουμε μαζί;", ρώτησε η Έλενα.
"Όχι ακριβώς... Και ναι. Εε...-", τραύλισε εμφανώς αγχωμένος. Αναστέναξε και είπε, "Το είχα λίγο διαφορετικά στο μυαλό μου αλλά...μου τα χάλασαν λίγο αυτά τα τηλεφωνήματα." Έτριψε λίγο τα χείλια του και σηκώθηκε.
"Πού πας καλέ; Είπα βλακεία;"
"Όχι, μισό λεπτό έρχομαι.", είπε ο Γιάννης και αφού πήγε για λίγο στην κουζίνα, ξαναεπέστρεψε κρατώντας κάτι αλλά με τρόπο να μην δει τι η Έλενα. "Εε...εντάξει το έχω λούσει λίγο αλλά...-", έκανε μία παύση και ξαναέκακατσε δίπλα της. "έως πολύ μάλλον αλλά...-", έκανε άλλη μία παύση και της έδειξε επιτέλους αυτό που έκρυβε.
          Ήταν ένα μικρό, κόκκινο βελουτέ κουτάκι. Η Έλενα ανατρίχιασε γιατί κατάλαβε τι θα ακολουθούσε. Τον κοίταζε σοκαρισμένη καθώς εκείνος άνοιγε το κουτάκι φανερώνοντας το μονόπετρο δαχτυλίδι στο εσωτερικό του. Προς στιγμήν η Έλενα τα έχασε. Δεν ήξερε τι να απαντήσει στην ερώτηση που θα ακολουθούσε. Από την μία ήταν αρκετά σύντομα για κάτι τέτοιο και από την άλλη ένιωθε την καρδιά της να χτυπά δυνατά.
Photo by Unsplash
"Θέλεις...να γίνω και επίσημα ο προστάτης σου από εδώ και πέρα, να πάμε μαζί για ένα όμορφο κάτασπρο φόρεμα, να πάμε μαζί στην εκκλησία και να είναι μπροστά μας ένας καλός μουσάτος κυριούλης και να μας πει αν δεχόμαστε και να πούμε ναι;", την εξέπληξε ο Γιάννης και εκείνη έσκασε στα γέλια.
"Νομίζω το λένε γάμο!", γέλασε η Έλενα. Πώς να του έλεγε 'όχι' μετά από αυτό; Κανείς δεν την είχε κάνει να γελάσει τόσο ποτέ ξανά.
"Αα ναι! Τώρα που το λες!", είπε χαρωπά ο Γιάννης.
"Θέλω.", του απάντησε η Έλενα δακρυσμένη από χαρά. "Αλλά θα βάλω παντόφλες ώστε όταν σε πατήσω να μην σε ξενυχιάσω κιόλας.", είπε και γέλασε.
"Ας το κάνουμε στην παραλία τότε! Όπου θες! Πάμε και με σαγιονάρες!", είπε ευτυχισμένος ο Γιάννης και φιληθήκαν.
            Μετά από μερικές μέρες, επέστρεψαν στην Ερέτρια και είπαν τα ευχάριστα νέα στους δικούς τους. Η Έλενα μετακόμισε με τον Γιάννη και τον Φεβρουάριο έμεινε έγκυος σε ένα αγοράκι. Τον Μάιο, επιτέλους παντρεύτηκαν και ήταν και οι δύο ευτυχισμένοι περιμένοντας με αγωνία τον ερχομό του πρώτου τους παιδιού. Ο Αλέξανδρος δεν ξαναεμφανίστηκε και δεν έμαθαν ποτέ αν ήταν όντως αυτός που τα έκανε όλα αυτά ή αν ήταν απλά διαολεμένες συμπτώσεις. Ίσως απλά να τα δημιουργούσε ο ίδιος της ο φόβος και ακόμα και η πιο τρομακτική σύμπτωση να έμοιαζε ως κάτι το επιτηδευμένο. Το μόνο σίγουρο ήταν ότι δυο άνθρωποι που ζούσαν παράλληλες ζωές με εμπόδια, τέρατα και δυσκολίες, τελικά οι δρόμοι τους συναντήθηκαν και έγιναν ένας. Ποτέ δεν εξαφανίστηκαν οι δυσκολίες αλλά πλέον τα αντιμετώπιζαν μαζί.




----

Ελπίζω να απολαύσατε το 3ο μέρος της ιστορίας! Θα χαρώ πολύ να διαβάσω τα σχόλιά σας σχετικά με την υπόθεση και να συζητήσουμε τυχόν ερωτήσεις που μπορεί να έχετε σχετικά με την πλοκή, τους χαρακτήρες, τις τοποθεσίες, κλπ!


Ευχαριστούμε πολύ για την στήριξή σας!


----


Υ.Γ: Τα δικαιώματα των κειμένων και κάποιες από τις εικόνες καλύπτονται νομικά! Αν χρειάζεστε κάποιο απόσπασμα από ένα άρθρο, επικοινωνήστε μαζί μας με ένα προσωπικό μήνυμα!



Copyrights: Katerina Kouki, Art & Stardust 2020

0 Σχόλια